Διεκόπη για τις 29 και 30 Ιανουαρίου η δίκη που ξεκίνησε την Τρίτη και συνεχίσθηκε σήμερα στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων με τους 16 κατηγορούμενους για κατασκοπεία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση και για παροχή ουσιωδών πληροφοριών με σκοπό τη διευκόλυνση εγκληματικής οργάνωσης που έχει ως αντικείμενο την τέλεση περισσότερων κακουργηματικών πράξεων. Η δίκη συνεχίσθηκε σήμερα Παρασκευή με τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας. Συγκεκριμένα, κατέθεσαν δύο αστυνομικοί και ο επικεφαλής της ανακριτής διαδικασίας της Ασφάλειας. Οι δύο πρώτοι μάρτυρες επέμειναν ότι δεν γνώριζαν πολλά για τις κανονισμούς του Λιμενικού και έτσι δεν μπόρεσαν να απαντήσουν σε πολλές ερωτήσεις της έδρας αλλά και των συνηγόρων, ωστόσο στον τρίτο μάρτυρα «κλειδί» για την υπόθεση υπήρξε ένταση όταν οι συνήγοροι υπεράσπισης αντέδρασαν στα όσα κατέθεσε ο μάρτυρας κατηγορώντας τον ότι ψεύδεται. Ο πρόεδρος της έδρας ζήτησε και από τις δύο πλευρές να ηρεμήσουν για να συνεχισθεί η ακροαματική διαδικασία.
Το WhatsApp και οι συνομιλίες με τα 450 μέλη
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ακούστηκε πολλές φορές η εφαρμογή WhatsApp και οι συνομιλίες που είχαν δημιουργηθεί με 450 περίπου μέλη της ERCI, άλλων ΜΚΟ αλλά και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες που ουσιαστικά «αντάλλασσαν» πληροφορίες για την άφιξη λεμβών που βγαίνουν στις ακτές. Τα «στοιχεία» που χρησιμοποιήθηκαν στη δίκη είναι και η κατοχή δύο ασύρματων συσκευών VHF που τις χρησιμοποιήσουν για να ενημερώνουν το Λιμενικό Σώμα. Ουσιαστικά, οι συνομιλίες περιλάμβαναν συντεταγμένες, πληροφορίες για βάρκες που «μπάζουν» νερά αλλά και ναυάγια. Είχαν κατασχεθεί, επίσης, και δύο υπολογιστές στους οποίους δεν βρήκανε ενοχοποιητικά στοιχεία αλλά και μία διόπτρα. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί ότι όπως κατέθεσαν στη δίκη, η ERCI είχε καταχωρηθεί στο μητρώο των ΜΚΟ και συνεργαζόταν με το Λιμενικό.