Εκείνη που γύρισε πίσω – Στη μνήμη των χαμένων ψυχών του σιδηροδρομικού δυστυχήματος της 28ης Φεβρουαρίου 2023

Εκείνη που γύρισε πίσω – Στη μνήμη των χαμένων ψυχών του σιδηροδρομικού δυστυχήματος της 28ης Φεβρουαρίου 2023

Της Συμώνης Κατραμάδου (Ph.D.)

Θέλω να γυρίσω πίσω! Είναι τόσα που δεν έκανα, τόσα που δεν είπα! Λικνίζομαι ανάλαφρα στον αέρα, χωρίς τον πόνο στο στήθος, χωρίς το βάρος του διαμελισμένου κορμιού, της τσακισμένης καρδιάς.Ήμουν, βλέπεις, και εγώ εκεί, στο μοιραίο τρένο…Από ψηλά, μπορώ να δω καλύτερα. Μπορώ να νοιώσω την ζωή κι ας μην έχω αισθήσεις. Το θρόισμα των φύλλων, τη δροσιά των σύννεφων, το φως του ήλιου. Ένα κοπάδι πουλιών με περιτριγυρίζει. Γίνομαι ένα μαζί τους, γίνονται ένα μαζί μου. Ευδαιμονία! Μια ανάμνηση, κάτι μου θυμίζει αυτή η χαρά της ελεύθερης πτήσης. Τηνπρώτη μου κατάδυση στα νερά του Ινδικού, ανάμεσα σε χιλιάδες πολύχρωμα ψάρια. Κόκκινα, κίτρινα, γαλάζια, διάφανα. Γελούσα από χαρά και οι μπουρμπουλήθρες έκαναν τους συντρόφους μου να πιστέψουν ότι πνίγομαι. Πνιγόμουν στα γέλια!  Έτσικαι τώρα. Γελώ και πετώ – δεν υπήρχε μια διαφήμιση με αυτό το σλόγκαν; Ή μήπως ήταν κάτι άλλο; Η μνήμη μου χάνεται σιγά σιγά. Μια λάμψη θυμάμαι μόνο. Έναν οξύ πόνο. Μια κραυγή οδύνης. Και μετά, σκοτάδι. Θα έπρεπε να είχα φύγει πια. Όμως κάτι θέλω ακόμα στη γη, κάτι πρέπει να δω, κάτι να κάνω. Μια φτερούγα με σπρώχνει προς τα κάτω.

Βρίσκομαι ανάμεσα στα κλαδιά μιας ανθισμένηςλεμονιάς. Τι κρίμα που δεν μπορώ να μυρίσω! Άσεπου και στις εναέριες βουτιές δεν έχω ακόμα εξασκηθεί. Αλλού σκόπευα να πάω. Εκεί, στο μπαλκόνι του πατρικού μου σπιτιού. Πόσος χρόνος πέρασε από τότε που το είδα για τελευταία φορά; Ήταν λίγο καιρό πριν πάρω το τρένο. Λίγο καιρό πριν… Εδώ, ο χρόνος δεν υπάρχει. Ίσως να πέρασε μια στιγμή, ίσως και χρόνια. Ποιος μένει άραγε τώρα εκεί; Το πούλησαν οι δικοί μου; Ή μήπως είναι όπως το άφησα;

Αφήνομαι στον άνεμο να με σηκώσει μέχρι το ύψος του μπαλκονιού. Είναι ανοιχτά τα παντζούρια. Γνήσιο ξύλο Όρεγκον, πανάκριβο. Ο πατέρας δεν τσιγκουνεύτηκε. Το δωμάτιο στα δεξιά ήταν κάποτε δικό μου. Το θυμάμαι καλά αυτό το δωμάτιο. Την παλιά βιβλιοθήκη γεμάτη με βιβλία, ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά. Τα αγόραζα έναένα με τα πρώτα χρήματα που έβγαλα, γράφοντας άρθρα σε μια επιθεώρηση τέχνης. Μυθιστορήματα αλλά και φιλοσοφικές πραγματείες και μονογραφίες ψυχολογίας τί θα έλεγε άραγε ο Γιουνγκ που τόσο είχα αγαπήσει, για την κατάστασή μου;  Στο μέσον, το κρεβάτι των γονιών μου που μου το κληροδότησαν όταν πήραν καινούργιο. Ένα κρεβάτι χειροποίητο με ξύλινο ράφι πάνω από το προσκέφαλο που με εμπόδιζε να ακουμπήσω για να διαβάσω το βράδυ. Πολύ με είχε δυσκολέψει αυτό το ράφι. Θυμάμαι και το φως, αυτό το άπλετο φως που σβήνει σκιές και περιγράμματα. Το δωμάτιο πλημμυρισμένο στο φως. Για να δω τώρα, τί έχει μέσα; Τί;

Εγώ πετώ πλαγίως ή το κρεβάτι είναι στραβό; Πού είναι το πόδι του; Το βαρύ, πουπουλένιο πάπλωμα σέρνεται βρώμικο, κουρελιασμένο στο πάτωμα. Και τα βιβλία; Σπασμένη η τζαμαρία της βιβλιοθήκης. Τα πιο πολλά λείπουν, κάποια κείτονται στο πάτωμα, κιτρινισμένα από την πολυκαιρία. Σκόνη παντού. Και ο καθρέφτης της τουαλέτας; Εκεί έψαχνα τα σπυράκια της παιδικής μου ηλικίας. Και μετά, στην εφηβεία, ψαχούλευα το στήθος μου να δω αν είχε μεγαλώσει κανένα εκατοστό απ’ την προηγούμενη μέρα που το είχα ψάξει πάλι. Εκεί, στα φοιτητικά μου χρόνια, έλεγχα τα πόδια μου για να βεβαιωθώ ότι δεν είχα τρίχες – το απαλό χνούδι που με έκανε να ντρέπομαι, πριν βγω για την βραδινή μπαρότσαρκα με τις φίλες. Και εκεί διόρθωνα το μακιγιάζ μου για το ραντεβού με αυτόν που νόμιζα ότι ήταν ο έρωτας της ζωής μου. Και μετά, εκεί είδα τις πρώτες ρυτίδες γύρω από τα μάτια και έβαλα κονσίλερ να τις κρύψω. Τι θα δω άραγε τώρα; Πετάω μπροστά του. Τίποτα! Δεν φαίνομαι! Δεν υπάρχω! Και αυτά που υπάρχουν, ρημαδιό.

Δεν έχει μείνει τίποτα για μένα εδώ κάτω. Τους δικούς μου δεν θα τους γυρέψω εδώ. Εκεί ψηλά, στο απέραντο γαλάζιο, εκεί με περιμένει μια νέα ζωή. Χωρίς την οδύνη της σάρκας, χωρίς τα πάθη του πνεύματος. Όχι δεν θέλω να μείνω εδώ, κάτωαπό το βάρος των αναμνήσεων, δέσμια αυτών που δεν έζησα. Το τρένο αυτό έφυγε για μένα. Αλλού είναι η ζωή μου. Και αυτοί που με έκλαψαν, ας μην κλαίνε πια. Εκεί πάνω, δεν θα είμαι μόνη. Εκεί πάνω, θα είμαι πάντα μαζί τους.

To top