Της Συμώνης Κατραμάδου (Ph.D.)
Έθιμο με βαθιές ρίζες στην αρχαιότητα, η «κληδώνα» του Ομήρου, είναι μια λαϊκή πρακτική μαντείας που συνδυάστηκε αρμονικά στην χριστιανική εποχή με τους εορτασμούς του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στις 24 Ιουνίου. Ιδιαίτερα αγαπητό στη Λέσβο, εμφανίζεται σε διάφορες παραλλαγές στα χωριά μας. Κοινό τους χαρακτηριστικό η μαντεία του έρωτα και του γάμου.
«Κλήδονα είπαμε να δούμε,
ποιον αγαπάμε να βρούμε.»
Το ερωτικό στοιχείο, όπως αναδύεται μέσα από την γυναικεία ευαισθησία, είναι το θέμα των στίχων που απαγγέλλονται κατά τη διάρκεια της τελετής ξεκλειδώματος του Κλήδονα. Και είναι τα τετράστιχα και δίστιχα αυτά συχνά αθυρόστομα, αν και κάποιες φορές ξεκινούν επαινετικά. Όπως ήταν στην αρχαιότητα. Τα στιχάκια του Κλήδονα είναι ο μίτος που μας συνδέει με μια εποχή που ο έρωτας ταυτιζόταν με τον πόθο και την ερωτική επιθυμία, το υφάδι στο τραγούδι της Σαπφούς, που κάνει τον ποιητικό της λόγο άμεσο και προσωπικό, κάτι που πρώτη φορά γνώρισε τότε ο κόσμος. Την αδιάσπαστη αυτή συνέχεια επισημαίνει στους στίχους του ο σκωπτικός ποιητής:
«Του χώμα τα’ Λέσβου χουχλατσει
Λουλούδια βγαζ’ αράδα
Έδγιου κατούρσι γη Σαπφώ
Τα ακόμα βαστά η σπιρτάδα»
(από τη συλλογή Βλουτίνα Γιαπρακάδινα, του Στρ. Αναστασέλλη)
Από τα σπαράγματα ποιημάτων της μεγάλης μας Ποιήτριας που έχουν σωθεί, αρκετά είναι επιθαλάμια, τραγούδια του γάμου, επαινετικά της νύφης ή του γαμπρού. Όπως το παρακάτω, όπου τονίζεται και το κύρος του σπιτιού των νεόνυμφων:
«Μαστόροι, να σηκώσετε ψηλά τη στέγη ετούτη, Υµέναιε,
γιατί στο σπίτι µας γαµπρός ίδιος ο Άρης µπαίνει»,
τραγουδά η Σαπφω και ο Κλήδονας συμπληρώνει:
«Μέσα στο σπίτι το ψηλό
Γαμπρός γ… τη νύφη
Κι από τη γλύκα την πολλή
Τα δάχτυλά του γλύφει»
Το φυτικό βασίλειο έχει την τιμητική του στην ποίηση της Σαπφούς. Το ίδιο και ο ουρανός και τα άστρα, ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης της Σαπφούς:
«Με τι, φίλε γαµπρέ, σωστά να σε παροµοιάσω;
µου µοιάζεις περισσότερο µε τρυφερό βλαστάρι»
κι αλλού:
«Μα τώρα εκείνη ξεχωρίζει μες στις γυναίκες
της Λυδίας, καθώς η ρόδινη σελήνη — όταν ο ήλιος
βασιλέψει – σβήνει μεμιάς όλα τ’ αστέρια.
Τη λάμψη της σιγά σιγά απλώνει στην αλμυρή
τη θάλασσα και στους πολύανθους αγρούς.»
Στον Κλήδονα βρίσκουμε αντίστοιχες περιγραφές:
«Τα φρύδια σ’ είνι σύννιφα
Τα μάτια’ σ’ εινι άστρα
Τσι μπ… ιμ γαρούφαλου,
Τσι του μ… σου γλάστρα».
Αλλού, το αντικείμενο του πόθου στέκει αντίκρυ, μια απομάκρυνση στον χώρο που οξύνει την επιθυμία, εικόνα που βρίσκει το αντίστοιχό της τόσο στη Σαπφώ όσο και σε τετράστιχο του Κληδονα:
«Ιδιος θεός μού φαίνεται εκείνος κει ο άντρας
που απέναντί σου κάθεται
κι από κοντά το γλυκομίλημά σου
ακούει».
«Αντίκρυ στα ματάκια μου
Στέκεις παρηγουριά μου
Να σι γ… δεν μπουρώ
Τσι καιγιτι η καρδιά μου»
Το ερωτικό παιχνίδι, γιορτή των αισθήσεων, έχει υμνηθεί από την Σαπφώ:
«Ολονυχτία κάναμε οι παρθένες
τραγουδώντας τον έρωτα,
γαμπρούλη μου, εσέ και της νύφουλας
με τη γλυκιά την αγκαλιά και
τη μενεξεδένια»
Αλλά και στον Κλήδονα:
«Ομουρφα που΄νι την αυγή
Να παίζουμι πιχνιδια
Να σου χαϊδεύγου του μ…
Τσι να μου ξεις τ’ αρχ…»
Η επιθυμία να βρεθεί κοντά στο αγαπημένο πρόσωπο, τόσο κοντά όσο το ρούχο που φορά, είναι πρόδηλη στην ποίηση της Σαπφούς:
«Ικετεύω σε, Γογγύλα,
να φανερωθείς μπροστά μου,
το κορμί σου τυλιγμένο
στον κατάλευκο χιτώνα.
Ω τι πόθος φτερουγίζει
γύρω σου, όμορφη κυρά μου!»
Και στον Κλήδονα:
«Να ήμουνα τι να’ μουνα
Γύρους του φουστανιού σου
Τσι να’ σκιβγα να ίβλιπα
Την τρύπα του μ… σου.»
Όμως και η απόρριψη έχει τη θέση της στους στίχους της Σαπφούς:
«Ατθίδα, σου ήτανε βαρύ
να νοιάζεσαι για μένα,
γι’ αυτό ανοίγεις τα φτερά,
πετάς στην Ανδρομέδα.»
Στον Κλήδονα η απόρριψη ζητά εκδίκηση που έχει όμως χιουμοριστικό χαρακτήρα:
«Ισύ κοιμάσαι αψηλά
Κι γω μέσα στην κάπα
Να δως΄η Θιός τσι η Παναγιά
Να φα το μ… σ’ η κάτα.»
Η Σαπφώ μας ανοίγει ένα παράθυρο στη γυναικεία ψυχοσύνθεση που για την εποχή της, αλλά και για αιώνες μετά, υπήρξε σπάνια και μοναδική. Στην ποίησή της μιλά για τα πάθη του έρωτα, αλλά δεν τα λέει όλα. Η ντροπή της βάζει φραγμούς:
«Και θέλω κάτι να σου πω, μα δε μ’ αφήνει η ντροπή.»
Κι αυτή η αυτολογοκρισία κάνει ακόμα πιο σημαντική την ελευθεριότητα του υπόλοιπου λόγου της.
Στον Κλήδονα, αντίθετα, η αθυροστομία αποτελεί τον κανόνα και η ντροπή δεν έχει θέση, μοναδική παρεκτροπή στις κατά τα άλλα αυστηρές, ηθικές απαιτήσεις που η κοινωνία έθετε για τις γυναίκες. Είναι ο Κλήδονας ένα ξέδομα, το σήκωμα ενός πέπλου που άφηνε για λίγο να φανεί η αγάπη για τη ζωή και η επιθυμία του έρωτα, χωρίς περιορισμούς και χωρίς λογοκρισία.
Χρόνια πολλά!
ΥΓ. Τα στιχάκια του Κλήδονα προέρχονται από «τα Αδιάντροπα του Κλήδονα» του Π. Σκορδά.